- πεδιλοδρομία
- η катание на коньках; конькобежный спорт
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
πεδιλοδρομία — η παιχνίδι ή άθλημα το οποίο συνίσταται στο γλίστρημα πάνω σε παγωμένη και λεία επιφάνεια με παγοπέδιλα ή στην ολίσθηση πάνω σε ξύλινη ή ασφαλτοστρωμένη επιφάνεια με τροχοπέδιλα, το πατινάζ. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέδιλο + δρομία (< δρόμος < δρόμος) … Dictionary of Greek
πέδιλο — Είδος ελαφρού υποδήματος που καλύπει το πέλμα και ελάχιστα το υπόλοιπο μέρος του ποδιού, είδος σανδάλου. Π. ονομάζεται και ένας μεταλλικός ή ξύλινος μοχλός με τον οποίο μπαίνει σε κίνηση με το πόδι, με τη βοήθεια ενός διωστήρα ή ενός στρόφαλου,… … Dictionary of Greek
πατινάρισμα — το [πατινάρω] 1. η πράξη τού πατινάρω, το πατινάζ, η πεδιλοδρομία ή η παγοδρομία 2. τεχνολ. γενική ονομασία φαινομένων κατά τα οποία δύο επιφάνειες που θα έπρεπε να έχουν ισχυρή πρόσφυση γλιστρούν μεταξύ τους, ολίσθηση, γλίστρημα … Dictionary of Greek
πατινάρισμα — το (λ. γαλλ.) 1. πεδιλοδρομία, παγοδρομία. 2. η επιτόπου στροφή τροχού του αυτοκινήτου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)